Γιώργος Βογιατζής: Πήρα μια λύρα και…

Από τους νέους αλλά πολύ ελπιδοφόρους και ταλαντούχους συνεχιστές της κρητικής μουσικής ο Γιώργος Βογιατζής παίζει λύρα, τραγουδάει και γράφει τη μουσική των τραγουδιών του. Η συζήτηση αυτή, γίνεται με αφορμή την κυκλοφορία του δεύτερου cd του, αλλά συγχρόνως με τη διάθεση να τον γνωρίσουμε καλύτερα…

BOGIATZIS (3)Συνέντευξη: Εμμανουέλα Νικολακάκη

Φωτό: Στέλιος Μπακλαβάς

Ξεκίνησες πολύ μικρός…

Ναι, μόλις 8 χρόνων.

Πώς ένα παιδί  8 χρονών αποφασίζει ότι θέλει να ασχοληθεί με την κρητική μουσική;

Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορείς να ξεχωρίσεις από 8 χρονών τι μουσική πρέπει να διαλέξεις. Αν έχεις αυτό το ταλέντο, την αίσθηση της «μουσικότητας», με την πάροδο του χρόνου συνειδητοποιείς ποιο είναι το είδος μουσικής που σου ταιριάζει.

Εσύ πώς κατάλαβες ότι αυτό σου ταιριάζει;

Θα έλεγα ότι έγινε μάλλον τυχαία. Πήρα μια λύρα και άρχισα να ασχολούμαι με αυτήν. Θυμάμαι ότι σιγοτραγουδούσα κάποια κομμάτια και έκανα πως έπαιζα λύρα, τέτοιες αναμνήσεις έχω από εκείνη την ηλικία.

Η οικογένειά σου είχε κάποια σχέση με τη μουσική;

Όχι, κανείς από την οικογένεια δεν είχε σχέση με τη μουσική.

Και η λύρα πώς βρέθηκε; 

Μου την έκαναν δώρο. Αυτή ήταν η αφορμή για να ασχοληθώ. Προχώρησα, προχωράω και ανακαλύπτω συνεχώς καινούργια πράγματα στη μουσική. Ξεκίνησα από νωρίς στο Ωδείο Χανίων, συγχρόνως έκανα και  κάποια υποχρεωτικά μαθήματα ευρωπαϊκής μουσικής ενώ αυτή τη στιγμή κάνω ήδη 2 χρόνια βυζαντινή μουσική. Θέλει γενικότερα πολύ εξάσκηση, πρέπει να δουλεύεις συνέχεια πάνω στη μουσική.

Πότε κατάλαβες ότι θες να ασχοληθείς επαγγελματικά; Πολλά παιδιά μαθαίνουν μουσικά όργανα αλλά δεν συνεχίζουν όλα…

Με τον καιρό έβλεπα ότι έχω μια κλίση σε αυτό. Μου άρεσε, το αγάπησα, και αφιερώθηκα. Είχα βέβαια και τη μεγάλη τύχη να έχω δάσκαλο στο Ωδείο τον Κώστα τον Μουντάκη.

Θυμάσαι την πρώτη φορά που έπαιξες επαγγελματικά;

Ναι, θυμάμαι. Ήμουν 17 χρονών και έπαιξα σε μια χοροεσπερίδα των Ετεοκριτών, ενός συλλόγου ριζίτικου τραγουδιού.

Από κει και μετά ήταν εύκολα τα πράγματα;

Μπορώ να σου πω ότι ήταν εύκολα γιατί με βοήθησαν και οι συγκυρίες. Στο δρόμο μου συνάντησα καλούς μουσικούς οι οποίοι με βοήθησαν και μου δώσανε περισσότερη ώθηση και όρεξη να ασχοληθώ με αυτό. Ένας από αυτούς ήταν ο Πέτρος ο Κουμάκης, λαουτιέρης, που με έμαθε τι σημαίνει στην πράξη το γλέντι. Στη συνέχεια πήρα πολλά πράγματα από τον Νίκο τον Αλεφαντινό, ένα φοβερό κεφάλαιο της μουσικής, ο άνθρωπος που με επηρέασε πάνω στη λύρα και ακόμα μαθαίνω από αυτόν και τον έχω σαν πρότυπο. Επίσης ο Λεωνίδας ο Κλάδος με τον οποίο συνεργαστήκαμε το 2006 στο κέντρο Ζορμπάς στην Αθήνα και είδα κι από αυτόν κάποια πράγματα που μελετάω πάρα πολύ, ο δάσκαλός μου ο Κώστας ο Μουντάκης και φυσικά ο Παντελής ο Κρασαδάκης από τον οποίο βλέπω και μαθαίνω πάρα πολλά μέσα από την τωρινή μας συνεργασία.

Η οποία έφερε και το δεύτερο cd σου. Μίλησέ μου λίγο για τα cd που έχεις κυκλοφορήσει μέχρι τώρα

Η πρώτη προσωπική μου δουλειά βγήκε το 2004 – 5. Είχε τίτλο «Εγίνηκα ταξιδευτής». Ήταν σε λίγο πιο έντεχνους ρυθμούς. Στη δουλειά αυτή βοήθησε σημαντικά ο Νίκος ο Στρατάκης, ενώ στίχους μου έδωσε ένας πολύ καλός στιχουργός και καλός φίλος ο Σπύρος ο Πανυγηράκης. Το δεύτερο cd έγινε μαζί με τον Παντελή τον Κρασαδάκη είναι σε πιο παραδοσιακούς ρυθμούς και ακούσματα παραδοσιακά αλλά με καινούργιες μελωδίες. Είναι αυτό που λέμε «μυρίζει θυμάρι» γιατί και ο Παντελής είναι ένας άνθρωπος που έχει γράψει μεγάλη ιστορία και ήθελα να γράψω κάποια τραγούδια πάνω στη φωνή  του. Έχω γράψει τη μουσική σε όλα τα τραγούδια και είναι ένα cd που βγήκε μετά από δουλειά τριών χρόνων. Έχει τον τίτλο «Με ψυχή» και συμμετέχουν ο Νίκος Στρατάκης στο λαούτο, ο Δημήτρης Ζωγραφάκης στην κιθάρα , ο Σταμάτης Παπαδάκης στο μπάσο ο οποίος έχει βάλει και κρουστά σε δύο κομμάτια, ο Αντώνης ο Χανταμπής στα κρουστά, ο Μυλωνάκης Αντώνης στο ούτι, ο Νίκος Βρουλάκης στο λαούτο σε ένα κομμάτι, ο Γιώργος Βαβουλές στην κιθάρα.

Γενικά έχεις συνεργαστεί με πολύ γνωστά ονόματα του χώρου, κάτι που δε συμβαίνει συχνά με τους νέους καλλιτέχνες

Το ζήτημα είναι τι θες να κάνεις. Μου αρέσει αυτό το πράγμα γιατί αυτοί οι άνθρωποι που χάραξαν ιστορία στην κρητική μουσική κάποια στιγμή, φυσιολογικά θα φύγουν. Συνήθως οι νέοι δεν το βλέπουν έτσι, εγώ όμως πιστεύω ότι είναι μεγάλο πράγμα να πεις ότι ήσουν με αυτόν τον άνθρωπο και είναι αμέτρητες οι εμπειρίες που παίρνεις. Αυτοί οι άνθρωποι κουβαλάνε μια άλλη, ωραία εποχή. Γιατί η κρητική μουσική μυρίζει θυμάρι, είναι ένα «άγριο» πράγμα όπως άγρια είναι και η φυσική ομορφιά του τόπου μας. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν πάνω τους αυτό το κάτι το παλιό που μένει στο χρόνο.

BOGIATZIS (1)Τους πιο νέους από σένα βλέπεις να τους ελκύει όλο αυτό το πράγμα;

Δε θα το έλεγα, όχι. Κοίτα, είναι λεπτά τα σημεία. Ο νέος καλλιτέχνης πρέπει να δουλέψει πάρα πολύ για αυτό, να επιμένει, και η δουλειά του θα δείξει και τι είναι και πως είναι. Τώρα τα δεδομένα για έναν καλλιτέχνη έχουν αλλάξει, όπως έχουν αλλάξει και τα πρότυπα.

Τα γλέντια, απ’ ότι ακούς και από τους μεγαλύτερους έχουν αλλάξει σε σχέση με το σήμερα; 

Βεβαίως και έχουν αλλάξει γιατί έχει αλλάξει και ο τρόπος ζωής μας. Το άγχος και το στρες σήμερα έχει κάνει το γλέντι να διαρκεί γύρω στις 4 – 5 ώρες. Βλέπεις ότι έχουμε πίσω μας το χρόνο που μας βιάζει, πρέπει να σηκωθούμε το πρωί, έχουμε τις δουλειές μας, το ένα, το άλλο, δεν απελευθερώνεται ο άνθρωπος, δεν διασκεδάζει με την ψυχή του όπως παλιά. Παρατηρώ επίσης ότι τον τελευταίο καιρό υπάρχει πολλή κατανάλωση του αλκοόλ από τη νεολαία γενικά αλλά και ειδικά στα κρητικά γλέντια. Πίνανε οι άνθρωποι και πιο παλιά αλλά διασκέδαζαν και μόνο με τη μελωδία του καλλιτέχνη. Το ωραίο και ποιοτικό που έβγαινε, η καλή μουσική, οι καλές και αγνές παρέες, οι αγνοί άνθρωποι λείπουν από τη σημερινή εποχή

Το αλκοόλ όμως δυστυχώς είναι μια γνώριμη κατάσταση εδώ. Μην ξεχνάς ότι υπήρχαν πάντοτε και οι «κούπες»!

Υπήρχαν πάντα αλλά, δυστυχώς, τώρα η κούπα έχει γίνει μόδα. Δεν θα συμφωνήσω σε καμία περίπτωση με αυτό. Δεν μου αρέσει το να γίνεται μόδα η παράδοσή μας γιατί η παράδοση παραδίδεται από γενιά σε γενιά, δεν είναι κάτι που γίνεται μόδα, δεν είναι κάτι που βγαίνει τώρα.

Για να το λες αυτό φαντάζομαι δεν συμφωνείς με τις μοντέρνες επεμβάσεις στη μουσική…

Όχι, στην κρητική μουσική πρέπει να μπαίνουν καινούργια πράγματα γιατί όπως είπαμε οι απαιτήσεις έχουν αλλάξει, πρέπει να πλησιάζουμε και τους νέους ανθρώπους και για να γίνει αυτό πρέπει να πεις και κάποιο πιο ελαφρύ τραγούδι, και κάποιο πιο έντεχνο…

Βλέπεις οι νέοι να το προτιμούν;

Σε γενικές γραμμές όταν πεις κάποιο τραγούδι σωστά και ωραία θα το εκτιμήσει ο άλλος. Γενικά είναι το πώς το εκφράζεσαι και τι ικανότητες έχεις. Αν το πεις ωραία και σωστά το τραγούδι και το «ανεβάσεις» όπως λέμε, πιστεύω ότι αρέσει στον κόσμο. Όταν τον «κατεβάζεις» θα έρθει μόνο από υποχρέωση να σε ακούσει.

Το να παίζει κάποιος πολλές συνεχόμενες βραδιές δεν είναι κουραστικό;

Γενικά διασκεδάζουμε σε κάθε γλέντι που παίζουμε γιατί δίνουμε πραγματικά την ψυχή μας σε αυτό. Τώρα, επειδή μπορεί να παίζουμε και τρεις ή τέσσερις συνεχόμενες μέρες, αυτό ίσως μας κουράζει στην αρχή μέχρι να ζεσταθούμε και να μπούμε στο κλίμα, μετά όμως όλα έρχονται μόνα τους και γινόμαστε ένα με τον κόσμο.

Η νύχτα η ίδια δεν είναι κουραστική;

Πάρα πολύ αλλά συνηθίζεις. Γενικά πιστεύω ότι από τη νύχτα μπορείς να πάρεις τα καλά και να αφήσεις στην άκρη τα κακά. Τη νύχτα πρέπει να τη σέβεσαι για να σε σέβεται.

Τι θα συμβούλευες να αποφύγει ένα νέο παιδί;

Όλα αυτά τα πράγματα που δεν μπορείς να αποφύγεις όταν ξεκινάς. Όσο ζεις όμως, μαθαίνεις μέσα από τις καινούργιες εμπειρίες. Όσο προχωράς τόσο βλέπεις πράγματα

Τι έχει αποδειχθεί πολύτιμο για τη δική σου πορεία, ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης;

Πιο μικρός έκανα πάντα με μεγαλύτερούς μου παρέα και αυτό ίσως με βοήθησε να δω τα πράγματα πιο πολύ με μέτρο. Σε αυτό βοηθάνε βέβαια και οι αρχές της οικογένειας, στην αρχή τουλάχιστον γιατί μετά και το παιδί μόνο του βλέπει κάποια πράγματα. Μπήκα λοιπόν από μικρός σε αυτό που λέγεται παράδοση και η παράδοση σε κρατάει λίγο. Αν και καμιά φορά ακόμα και τότε βγαίνουν πράγματα που δεν είναι ωραία και δεν τιμάνε τον κρητικό, όπως είπαμε. Τον κρητικό τον τιμάνε κάποια μετρημένα πράγματα. Η λεβεντιά, η περηφάνια, το φιλότιμο και ο αυθορμητισμός.

Τα οποία χάνουμε σιγά – σιγά;

Δυστυχώς και στην Κρήτη χάνονται με το χρόνο κάποιες αξίες και πρέπει να δώσουμε μια προσοχή στο θέμα αυτό. Παίζει μεγάλο ρόλο σε αυτό η οικογένεια. Γενικά θέλει σωστές βάσεις και από κει και πέρα προχωράς, μαθαίνεις μόνο καλά πράγματα και γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος. Όταν μπεις στο στραβό δρόμο δεν ξέρεις που θα καταλήξεις.

Πώς βλέπεις να εξελίσσεται το μέλλον της κρητικής μουσικής;

Δεν θέλω να είμαι αρνητικός. Το θέμα είναι να κάνουμε τη μουσική μας καλύτερη και να την ανανεώνουμε. Όταν, με λίγη προσπάθεια, το εφαρμόσουμε αυτό δεν θα πάει άσχημα η κρητική μουσική. Βέβαια, αν με ρωτήσεις, από τα βάθη της καρδιάς μου βλέπω κάποια στραβά πράγματα και είμαι επιφυλακτικός γιατί όπως σου είπα, παλιά το ζούσαν αυτό, γινόταν ένα ο οργανοπαίκτης με τον κόσμο, τώρα έχουν γίνει ας πούμε πιο επαγγελματικά, έχει φύγει το συναίσθημα, κάτι τέτοιο. Πιστεύω πως αν προσπαθήσουμε όλοι μας θα πάει καλά και πρέπει να πάει καλά γιατί είναι αμαρτία…

Δημοσιεύτηκε στο τεύχος 32 του GO HANIA – Άνοιξη 2009

Leave a Reply