Είναι ρε φίλε που λες κάθε καλοκαίρι να πηγαίνεις στην παραλία και να πίνεις το φρέντο καπουτσίνο σου με μια μαύρη (ζάχαρη) και να κάνεις χάζι τις μούρες που σε γυροφέρνουν.
Ο σφίχτης
Πέρασε όλο το χειµώνα ανεβοκατεβάζοντας βάρη, καταπίνοντας συµπληρώµατα διατροφής και κάνοντας ενέσεις αναβολικών. Ε μην περιμένεις να να καθίσει τώρα διακριτικά στην ξαπλώστρα του να διαβάσει το Men’s Health που παιδεύει από πέρσι. Ο σφίχτης θέλει το θαυµασµό σου και θα τον πάρει, ακόµα κι αν χρειαστεί να κάνει τη διαδροµή παραλία – beach bar τριακόσιες φορές χωρίς κανέναν λόγο.
Όταν αράζει στην ξαπλώστρα, έχει πάντα τα χέρια δεµένα πίσω από το κεφάλι, τάχα αδιάφορα, αλλά στο βάθος δεν είναι τίποτα άλλο από µία πόζα για να µοστράρει µπράτσα και φτερά. Ο τύπος που αλωνίζει µάταια πάνω κάτω στην άµµο, στέκεται (στο πουθενά), ποζάρει (σε ένα φανταστικό φακό) και τσεκάρει για να βεβαιωθεί ότι τα βλέµµατα είναι στραµµένα σε εκείνον. Αλείφεται µε λάδι και µοστράρει το παραφουσκωµένο του σώµα, που συνήθως συνοδεύεται από ένα κεφάλι σε µέγεθος και περιεχόµενο κορόµηλου.
Ο σφίχτης δεν φοράει ποτέ µαγιό βερμούδα. Κόβει µπούτι. Φοράει πάντα τύπου speedo, αλλά σε πιο λουγκρέ εκδοχή, ή ελαστικά κολλητά σορτσάκια. Αυτό βοηθάει στην παρουσίαση του προϊόντος. Με το σπίντο, και µικρό να τον έχεις δείχνει κάτι παραπάνω, ενώ αν είσαι της όπισθεν, τονίζει σωστά τους γυµνασµένους γλουτούς. Ο σφίχτης µισεί την κρέµα µαυρίσµατος, αγαπάει το λάδι. Με το σφίχτη δεν είσαι ποτέ σίγουρος αν του αρέσει η ντοµάτα ή το αγγούρι. Ας πούµε στη Μύκονο, που ευδοκιµεί ο σφίχτης, είναι 99% λάτρης της Μπάρµπρα Στρέιζαντ. Είναι ο Κόναν ο Βάρβαρος µε σάουντρακ Μπάρµπρα ή Village People, ανάλογα την ώρα. Στα Χανιά είναι λίγο πιο brutal. Μην νομίζει το κοινό του ότι το πάει το γράμμα! Ο σφίχτης είναι αγαπηµένο είδος για σχολιασµό. Η συζήτηση ξεκινάει «Καλωσήρθε ο µαλάκας.
Η Ελληνίδα µάνα
Πολύ πριν τη δεις, την έχεις ακούσει. Η φωνή της διαπερνά κτίρια, µόνωση, νερό, άνεµο και φτάνει στα αυτιά σου ακόµα κι αν είναι βουλωµένα αεροστεγώς µε τα ακουστικά του ipod σου, που παίζει στη διαπασών. ∆εν φωνάζει γενικά. Φωνάζει στο παιδί της. Το µεγάλο πρόβληµα της Ελληνίδας µάνας µε παιδί στην παραλία είναι ένα: είναι κουφή. Και πιθανότατα, µε κινητικά προβλήµατα. Από την καρέκλα, από την οποία δεν κουνάει, παρά µόνο σε περίπτωση πνιγµού του κανακάρη, φωνάζει σαν γύφτος που µαζεύει παλιά, µε αόρατη ντουντούκα, στο παιδί της που βρίσκεται τρία µέτρα µπροστά της, µέσα στο νερό, που γι’ αυτήν µάλλον ισοδυναµούν µε τρία ναυτικά µίλια.
Το ρεπερτόριο των φωνών έχει µεγάλη γκάµα: ξεκινάει από το σωσίβιο, περνάει στην κρέµα για να µην καεί το µούλικο, ακολουθεί η απαγόρευση στις βουτιές µη σκοτωθεί κιόλας αφού πνιγεί, συνοδεύεται από τις άλλες κραυγές αν αρχίσουν και κάνουν σκανδαλιές τα παιδιά µεταξύ τους, και καταλήγει στο «έλα να φας την κρέµα σου, Γιαννάκη». ∆ιαρκώς εξαπολύει µια απειλή, η οποία ακούγεται υπέροχα στα αυτιά των λουοµένων, αλλά εκείνη δεν έχει την µπέσα να τηρήσει. Όλο απειλεί το παιδί της ότι αν δεν σταµατήσει ό,τι κάνει, θα φύγουν. Το µούλικο δεν σταµατάει, αλλά αυτή δεν φεύγει. Η πιο προχωρηµένη της εκδοχή φέρνει και τσακωµό µε µια άλλη µάνα, αν τα παιδιά τσακωθούν. Εκεί δεν µπορείς να γλιτώσεις. Φύγε, γιατί έτοιµη είναι να ζητήσει και τη βοήθεια του κοινού στον τσακωµό της µε την άλλη. Είναι το αγριότερο είδος λουοµένου.
Η ηλικιωµένη τουρίστρια που κάνει γυµνισµό
Ρατσιστής δεν είμαι, αλλα όχι ρε φίλε! . Γιατί το κάνει αυτό; Έχουν κάτι συγκλονιστικό αυτές οι γυναίκες (και οι άντρες καµιά φορά): σου τραβάνε το µάτι συνέχεια, δεν µπορείς να τραβήξεις το βλέµµα σου. Όπως ο Βορράς τραβάει την πυξίδα. Και ακόµα κάτι χειρότερο: ντε και καλά σε κάνουν να σκέφτεσαι πώς θα γίνεις µια µέρα. Κοτλέ. Γιατί κυρία µου; Που κατά τα άλλα µπορεί να είσαι µια αξιολογότατη φεµινίστρια, που µπορεί να ήσουν και η κουκλάρα που βλέπουµε στις φωτογραφίες του Μάη του ’68; Το σύνθηµα τότε ήταν: «sous les paves la plage», δηλαδή «κάτω από το πλακόστρωτο βρίσκεται η αµµουδερή παραλία». Όχι, δεν το λέγανε για τα Χανιά. Για τη Φολέγανδρο. ∆εν το λέγανε ούτε για τη Σίκινο. Για το Παρίσι το λέγανε!!! Και να σου πω ένα µυστικό που δεν ξέρεις; Φύγε γρήγορα! Η επανάσταση των λουλουδιών ξανάρχισε στα Μάταλα!
Ο ρακέτας
Ο ρακέτας είναι ένα είδος ανθρώπου που υπάρχει µόνο στην Ελλάδα. Να εξηγηθούµε όµως ποιος ρακέτας. Υπάρχει ο καλός ρακέτας και ο κακός ρακέτας. Υπάρχει και ο χείριστος. Οι ρακέτες είναι ένα ωραίο σπορ στην παραλία, το έχουµε εξασκήσει σχεδόν όλοι. ∆εν είναι ένοχες οι ρακέτες. Η επιλογή χώρου ενοχοποιείται. Πας στην άκρη της παραλίας µε το φίλο σου, ή τετράδα, και ξεκωλώνεσαι δυο ώρες στη ρακέτα χωρίς να ενοχλείς κανέναν. Σ’ ωραίος ρε! Φώναξέ µας να παίξουµε. Αλλά σε παρακαλούµε πάρα πολύ µην έρθεις κοντά, γιατί οι λύσεις είναι δύο: ή θα παίζεις πάνω από το κεφάλι µας, ή θα παίζεις µπροστά µας, εκεί που µπαίνουµε στο νερό. Τότε συγνώµη κύριε ρακέτα, είστε εξιµπισιονιστής, µαταιόδοξος, φιγουρατζής, νούµερο, για να µη φτάσουµε να σου πω ότι είσαι ένας τεράστιος µαλάκας. Η τελευταία έκφραση πάει και στο θηλυκό. Ναβρατίλοβα, γιατί σπάνια βλέπεις Κουρνίκοβα.
Το χειρότερο είδος ρακέτα; Ο γυµνιστής ρακέτας. Άθλιο, κακόγουστο, βλέπεις µια πλαδαρή µαλαπέρδα, δεν έχει σηµασία αν είναι µικρή ή µεγάλη, να χτυπάει από το ένα µπούτι στο άλλο, σαν να είναι η καµπάνα της Μητρόπολης σε µακέτα. Μη µασάς, κάτσε ανάµεσά τους, να δούµε τι θα κάνουν, και ξεσήκωσε την παραλία εναντίον τους. Είναι ζήτηµα ζωής και θανάτου. Και κάτι που έχει πει ο θυµόσοφος λαός, δεν πρέπει να ξεχνιέται από τους racketeers: το πολύ το τάκα τάκα κάνει το παιδί µαλάκα.
Όρκα µε μπραζίλ
Την απάντηση στη γιαγιά φεµινίστρια-γυµνίστρια µε το ασιδέρωτο δέρµα τη δίνει η ελληνική πελαγίσια Όρκα µε μπραζίλ. Ενώ είναι κοντά στα εκατό κιλά και ξεχειλίζει από παντού, αντί να βάλει ένα ωραίο σκούρο ολόσωµο µαγιό, κάνει την επιλογή να φορέσει το μπραζιλ που όταν το αγόραζε σκεφτόταν ότι θα το βάλει αν χάσει 20 κιλά. Άβυσσος η ψυχή της γυναίκας. Στον καθρέπτη βλέπει την Ζιζέλ.. Γιατί κι αυτή µήπως δεν έχει κυτταρίτιδα; Όλες οι γυναίκες έχουν. Σιγά τη διαφορά. Στο φινάλε, ξέρετε πόσοι άντρες λένε ότι καλό κρεβάτι είναι το γεµάτο κρεβάτι; Όπου και να πέσεις τη νύχτα µεθυσµένος, κάπου µαλακά θα βρεις. Ούτε και από αυτήν µπορείς να ξεκολλήσεις το βλέµµα σου γιατί απλά βρίσκεται παντού. Στις φιλικές συστάσεις -µε τρόπο πολύ λέµε- γιατί φοράει µπικίνι, απαντάει αποστοµωτικά «Θέλω να µαυρίσω παντού, τι ήρθα στη θάλασσα, για να µαυρίσω σαν µπετατζής;».
Η ελληνική Όρκα έχει µερικά κοινά στοιχεία στο µυαλό µε το ξέκωλο. ∆είχνει µία µαταιοδοξία, γι’ αυτό και κάθεται πολλή ώρα όρθια έξω στη θάλασσα. Μιλάει δυνατά µην τυχόν και έχει διαφύγει της προσοχής µας, και εκλαµβάνει κάθε βλέµµα σαν ερωτικό σκίρτηµα. Είναι οι µόνες γυναίκες που αγνοούν την ύπαρξη του ξέκωλου. Βρίσκονται σε ένα φαντασιακό ανταγωνισµό. Και εδώ που τα λέµε έχουν κάτι παραπάνω. Θαυµάζω αυτή την ψυχική δύναµη όταν τη βλέπω να ξεδιπλώνεται (και να ξεδιπλώνεται… και να ξεδιπλώνεται) σε όλο της το µεγαλείο. Το χειµώνα, στη σεµνή εκδοχή µε το κολάν, για να µη χάνονται οι καµπύλες, η ελληνική Όρκα ευδοκιµεί στα µπουζούκια την ώρα του µαζικού χορού. Είναι από τα λίγα υγιή όντα στον πλανήτη που δεν χρειάζονται ναρκωτικά για να έχουν παραισθήσεις.
Τα ξέκωλα και οι βαµµένες
Εδώ ο καλλιτέχνης που γράφει το άρθρο, παθαίνει ένα σχίσµα προσωπικότητας. Ως άντρας, είναι πάρα πολύ χαρούµενος που ένα τέτοιο εξωτικό πλάσµα βρίσκεται µπροστά του, συνήθως µε τούρλα τον κώλο, µε αγορασµένο στήθος (βάλε, γιατρέ, όσο παίρνει), µε κόκκινα βαµµένα χείλια, µε φτηνή αχυρένια τρέσα, µε µια αίσθηση απαξίωσης αλλά και δίψας στα χείλια, που γι’ αυτό τα γλείφει συχνά, και τίγκα eyeliner, µάσκαρα και make up, που τη µετατρέπουν σε δίχρωµο άνθρωπο. Από άλλη ήπειρο το κεφάλι (Καυκάσιο) κι από άλλη το κορµί (Αφρικανικό). Το ξέκωλο είναι η χαρά της ζωής, δεν έχει αίσθηση ούτε χώρου ούτε χρόνου. Το ξέκωλο έχει ένα σκοπό µόνο: να σου πετάξει τα µάτια έξω. Είτε είναι σε κλαµπ είτε είναι σε εκκλησία είτε είναι σε παραλία, το ξέκωλο είναι ξέκωλο. ∆εν συµβιβάζεται. ∆εν βλέπει τον εαυτό του µέσα από τα µάτια των άλλων. Ζει απελευθερωµένο. Αυτό φαίνεται άλλωστε και από το διαρκές τίναγµα των εξτένσιον µε το χέρι, το οποίο παραπέµπει στην πλήρη απόρριψη των απαξιωτικών βλεµµάτων των άλλων γυναικών.
Το ξέκωλο για έναν άντρα εµπεριέχει δύο κινδύνους. Πρώτον, να σου σπάσει ο κολλητός σου τα πλευρά από τις αγκωνιές για να στη δείξει, και δεύτερον, να σε εκδικείται η γυναίκα σου για τρεις µέρες αν κοιτάς επίµονα. Ή ακόµα και κλεφτά. Οι γυναίκες δεν συγχωρούν. ∆εν θα σου χαλάσει το µπάνιο, δεν θα σου χαλάσει τη µέρα. Θα σου χαλάσει τις διακοπές. Έχω ακούσει κάποιους άντρες να διαλέγουν παραλίες µε βάση µόνο αν εκεί υπάρχουν ξέκωλα. «Πάµε ρε µαλάκα, της πουτάνας θα γίνει, τίγκα στα ξέκωλα είναι η παραλία».
Από την άλλη, πώς να το φέρει βόλτα µια γυναίκα το ξέκωλο που πάει και µοστράρει τον κώλο του µπροστά στον άντρα της δείχνοντας τη µεγαλύτερη διαθεσιµότητα; Τι φταίει η κάθε αξιοπρεπής γυναίκα να περνάει το µαρτύριο του έξω βυζί – έξω κώλος, για να µη σου πω και το άλλο έξω. Τι να κάνει, να τα πετάξει όλα και να κάνει την τρελή στην παραλία φωνάζοντας «πάρτε µε»; Εκεί µπαίνει ένας µικρός παραλογισµός. Ενώ θέλει να πιάσει από τα µαλλιά το ξέκωλο και να το σαραντίσει σαν χταπόδι και να µην αφήσει τρέσα και εξτένσιον για το unfair παιχνίδι που παίζει, χτυπώντας στο µαλακό υπογάστριο, τη νύφη την πληρώνει ο άντρας της! «Τι µαλακία παραλία είναι αυτή, τι χάλια µουσική που παίζει, άσε που τα ποτά ήταν σαν κάτουρο. Εδώ aids θα κολλήσουµε, όχι µόνο µύκητες».